Στα βορειοδυτικά της Κωνσταντινούπολης είναι κτισμένη η Μονή της Παναγίας Παμμακαρίστου, από το συγκρότημα της οποίας σώζονται μόνο το καθολικό και το παρεκκλήσιο, που βρίσκεται προσαρτημένο στη νότια πλευρά του.
Η ανέγερση του ναού τοποθετείται στον 12ο αι. Κτήτορές του υπήρξαν ο δομέστικος και κουροπαλάτης Ιωάννης Κομνηνός και η σύζυγός του Άννα, σύμφωνα με επιγραφή που άλλοτε βρισκόταν στο Ιερό Βήμα.
Η ίδρυση και ψηφοθέτηση του παρεκκλησίου συνδέεται με τη Μαρία Δούκαινα Κομνηνή Παλαιολογίνα Βράναινα (μετέπειτα μοναχή Μάρθα), με σκοπό τον ενταφιασμό του συζύγου της πρωτοστράτορα Μιχαήλ Δούκα Γλαβά Ταρχανειώτη, ο οποίος πέθανε μετά το 1304. Η ίδια ανέθεσε στον ποιητή Μανουήλ Φιλή τη σύνθεση επιγραμμάτων προς τιμήν του συζύγου της, τα οποία κοσμούν το εσωτερικό και το εξωτερικό γείσο του ναΐσκου.
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453, η μονή αποτέλεσε κατά την περίοδο 1455-1591 την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στη συνέχεια μετατράπηκε σε τζαμί από τον Μουράτ Γ΄ (1574-1595). Πήρε μάλιστα την ονομασία Fethiye Camii (Τζαμί της Νίκης), σε ανάμνηση της κατάληψης της Γεωργίας και του Αζερμπαϊτζάν από τον σουλτάνο.
Οι συστηματικές εργασίες αναστήλωσης του παρεκκλησίου και ο καθαρισμός των ψηφιδωτών του στα μέσα του 20ού αι. αποκατέστησαν σε μεγάλο βαθμό την παλαιά αίγλη του κομψού αυτού οικοδομήματος.
Από το 2006 το παρεκκλήσιο αποτελεί μουσείο, με το όνομα Fethiye Müzesi, ενώ ο κυρίως ναός συνεχίζει να χρησιμοποιείται ως τζαμί.