Η Άσσος βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το νησί της Λέσβου, στις υπώρειες του όρους Ίδη, στη σημερινή τοποθεσία Behramkale. Σύμφωνα με αρχαίες πηγές ιδρύθηκε τον 7ο αι. π.Χ. από Αιολείς κατοίκους της Μύθημνας της Λέσβου. Συνδεόταν με τη θάλασσα μέσω ενός τεχνητού λιμένα, ενώ η γεωμορφολογία της περιοχής ήταν ιδιαίτερη καθώς καλυπτόταν σε μεγάλο βαθμό από ένα ιδιαίτερο πέτρωμα, κατάλληλο για την κατασκευή σαρκοφάγων.
Η πόλη αναφέρεται στις πηγές ως μέλος της Δηλιακής Συμμαχίας. Το έτος 365 π.Χ. καταστράφηκε από εισβολή των Περσών, ανοικοδομήθηκε τον ίδιο αιώνα και το 133 π.Χ. παραδόθηκε στους Ρωμαίους. Ο απόστολος Παύλος την επισκέφθηκε κατά την τρίτη περιοδεία του. Αργότερα, κατά τον 13ο αι., με την επέκταση των Σελτζούκων Τούρκων στη βορειοδυτική Μικρά Ασία, η Άσσος δέχτηκε πρόσφυγες από την ευρύτερη ορεινή περιοχή. Όταν στις αρχές του επόμενου αιώνα πέρασε στους Οθωμανούς Τούρκους, οι πρόσφυγες και οι κάτοικοι της πόλης εγκαταστάθηκαν στη Λέσβο. Οι Τούρκοι που παρέμειναν, δημιούργησαν νέο οικισμό με τζαμί και μια γέφυρα που σώζονται έως σήμερα.
Η οχυρή θέση της πόλης ενισχυόταν από τείχη. Οι αρχαϊκές οχυρώσεις κατασκευάστηκαν ξανά τον 4ο αι. π.Χ. και περιελάμβαναν ισχυρούς πύργους. Η ακρόπολη της Άσσου ήταν το κεντρικότερο σημείο της πόλης και εκεί βρισκόταν ο ναός της Αθηνάς Πολιάδος. Ο αρχαϊκός ναός αντικαταστάθηκε από εκείνον του 4ου αι. π.Χ., ο οποίος ήταν δωρικού ρυθμού με περίσταση και πρόναο και στις μετώπες υπήρχε ανάγλυφος διάκοσμος με σκηνές από τον μυθικό κύκλο του Ηρακλή. Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους προστέθηκαν στην ακρόπολη το θέατρο, το Βουλευτήριο, η αγορά με τις στοές και κρηναία οικοδομήματα που ήδη κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο έχασαν τη χρήση τους και μεταβλήθηκαν κυρίως σε οικίες. Αρκετοί βυζαντινοί ναοί εντοπίζονται ακόμη και σήμερα.
Ο αρχαιολογικός χώρος της Άσσου είχε προσελκύσει το ενδιαφέρον των μελετητών ήδη κατά τον 19ο αι. Πολλά από τα μέλη του γλυπτού διακόσμου αποσπάσθηκαν και μεταφέρθηκαν στο Λούβρο και στη Βοστώνη. Οι ανασκαφές στην Άσσο πραγματοποιήθηκαν από το Αμερικανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο στα τέλη του 19ου αι. και από Τούρκους αρχαιολόγους κατά τη διάρκεια του 20ού αι.