Καππαδοκία


Η περιοχή της Καππαδοκίας καταλαμβάνει ένα μεγάλο τμήμα στην καρδιά του γεωγραφικού χώρου της Τουρκίας. Ορίζεται από τις οροσειρές του Ταύρου στα δυτικά και του Αντίταυρου στα ανατολικά, που και οι δυο εκτείνονται προς τα νότια. Φυσικό όριο στον βορρά αποτελεί η καμπύλη που σχηματίζει ο Άλυς ποταμός.

Η ονομασία της περιοχής προέρχεται, σύμφωνα με την παράδοση, από τον Καππάδοκο, γιο του μυθικού βασιλιά των Ασσυρίων Νινύου.


Η δημιουργία του εντυπωσιακού της τοπίου οφείλεται στις εκρήξεις των ηφαιστείων της περιοχής, κυρίως αυτές του Αργαίου. Τα υλικά που εναποτέθηκαν από αυτές, υπέστησαν την πολυετή διάβρωση από τον αέρα και τις βροχές, σχηματίζοντας έτσι τα απίθανα σχήματα των «κώνων» της Καππαδοκίας.

Οι απαρχές της κατοίκησης στην περιοχή ανάγονται στην προϊστορική εποχή, κατά πάσα πιθανότητα στη νεολιθική. Ο χώρος κατελήφθη διαδοχικά από τους Φρύγες, τους Ασσυρίους και τους Πέρσες. Η άφιξη του Μ. Αλεξάνδρου στα 333 π.Χ.  και η συνέχιση της διακυβέρνησης από τους Σελευκίδες και τους Αριαράθες, συνέβαλαν τα μέγιστα στον εξελληνισμό του γηγενούς στοιχείου. Έκτοτε, η ελληνική γλώσσα και παιδεία θα αποτελέσουν κύρια γνωρίσματα του πληθυσμού της περιοχής.

Το 17 μ.Χ. η Καππαδοκία γίνεται ρωμαϊκή επαρχία και συνεχίζει την πορεία της στο πλαίσιο της ρωμαϊκής και μετέπειτα βυζαντινής αυτοκρατορίας. Οι κάτοικοι της περιοχής θα έρθουν σε επαφή με τον χριστιανισμό ήδη από τον πρώτο αιώνα, ενώ «χρυσή εποχή» για τη νέα θρησκεία θεωρείται ο 4ος αι. που σηματοδοτείται από την παρουσία και το έργο μεγάλων Καππαδοκών Πατέρων. Η περιοχή θα γνωρίσει περίοδο γαλήνης και ευημερίας ως το α΄ μισό του 7ου αι. Οι ευνοϊκές συνθήκες θα ενισχύσουν την αγροτική ανάπτυξη αλλά και την οργάνωση μοναστικών κοινοτήτων.

Εποχή ανασφάλειας και διαρκών συγκρούσεων θα ξεκινήσει από τα μέσα του 7ου αι. με τις πρώτες αραβικές επιδρομές και τους βίαιους εξισλαμισμούς και θα διαρκέσει ως τον 9ο αι. Την αρχική απώλεια της Καππαδοκίας στον 7ο αι. θα ακολουθήσουν επιτυχείς προσπάθειες ανακατάληψης και διαφύλαξής της εντός των ορίων της βυζαντινής επικράτειας. Αξίζει να σημειωθεί πως αυτή η περίοδος των διαρκών πολεμικών επιχειρήσεων δημιούργησε μύθους και θρύλους ηρώων, με χαρακτηριστική την περίπτωση του Διγενή Ακρίτα.

Η κατάπαυση των συγκρούσεων στους 9ο και 10ο αι., εποχής που συμπίπτει με τη βασιλεία καππαδοκικής καταγωγής αυτοκρατόρων, θα δώσει το έναυσμα για την εκ νέου ανάπτυξη της περιοχής και την ίδρυση αρκετών εκκλησιών.

Με την ήττα των Βυζαντινών το 1071 στο Ματζικέρτ, κλείνει οριστικά το κεφάλαιο της βυζαντινής διοίκησης στην περιοχή, η οποία πλέον περιέρχεται στην κυριαρχία των Σελτζούκων. Η Καππαδοκία θα καταστεί κέντρο του σουλτανάτου του Ρουμ μετά την κατάληψη της Καισάρειας από τον σουλτάνο του Ικονίου το 1169. Οι νέοι ηγεμόνες θα μεριμνήσουν για τη δημιουργία πολλών και εντυπωσιακών δημόσιων οικοδομημάτων όπως τεμένη και χάνια. Στους 12ο και 13ο αι., χριστιανοί και μουσουλμάνοι θα συμβιώσουν σχετικά αρμονικά, χωρίς να παραβλέπεται ο κοινωνικός υποβιβασμός και η πρόσθετη φορολογία που επιβλήθηκε στους πρώτους.

Μια νέα σελίδα στην ιστορία του τόπου ανοίγει με την κατάληψη της Καισάρειας από τους Οθωμανούς το 1476 και την υπαγωγή της περιοχής στο εγιαλέτι του Καραμάν. Εφεξής, οι κάτοικοι ονομάζονται «Καραμανλήδες», χαρακτηρισμός που από τον 16ο αι. θα χρησιμοποιηθεί για τους τουρκόφωνους χριστιανούς της περιοχής, καθώς και της Μ. Ασίας γενικότερα.

Η ζωή για τους ορθόδοξους πληθυσμούς θα συνεχίσει σε χωριά ή κεφαλοχώρια, μακριά από τις μεγάλες πόλεις-διοικητικά κέντρα. Στους 18ο και 19ο αι. παρατηρείται ένα κύμα μετανάστευσης, με κύριο προορισμό την Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο, τον 19ο αι. αναζωπυρώνεται το θρησκευτικό αίσθημα, παράλληλα με την ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας. Τότε, μάλιστα, εκδίδονται σημαντικές μελέτες που αφορούν την περιοχή.

Η εγκατάλειψη των πατρογονικών εστιών το 1924, στο πλαίσιο της ανταλλαγής των πληθυσμών που αποφασίστηκε με τη συνθήκη της Λωζάνης, έφερε ένα πλήθος Καππαδοκών στον ελλαδικό χώρο, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές.

Η Καππαδοκία δεν είναι απλά ένα μνημείο της φύσης ή ένας ιδιαίτερος τόπος κατοίκησης. Είναι παράλληλα ένας χώρος γεμάτος ιστορικές μνήμες, ένας τόπος με συνεχή γεωφυσική και πολιτιστική εξέλιξη.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ